Ο νεοφιλελευθερισμός και η εγχώρια εκδοχή του
Ποιες είναι οι θεμελιώδεις αρχές του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος και ποιες είναι οι σχέσεις του με τις νεοφιλελεύθερες-αυταρχικές πολιτικές που εφαρμόζονται στη χώρα μας από το σημερινό κυβερνητικό καθεστώς;
Βασική μονάδα ανάλυσης ο ατομικώς δρων, ο οποίος επιλέγει στόχους και χρησιμοποιεί τα κατάλληλα μέσα για να τους επιτύχει (βεμπεριανή μεθοδολογική αρχή)
Το πρόταγμα της δικαιοσύνης
Ποιες είναι οι θεμελιώδεις αρχές του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος και ποιες είναι οι σχέσεις του με τις νεοφιλελεύθερες-αυταρχικές πολιτικές που εφαρμόζονται στη χώρα μας από το σημερινό κυβερνητικό καθεστώς;
Αυτά τα σημαντικά ερωτήματα θα επιχειρήσουμε να προσεγγίσουμε επισημαίνοντας συνοπτικά τα κύρια χαρακτηριστικά τους.
Α) Το κλασικό νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα
Το κλασικό νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα θεμελιώνεται στις ακόλουθες αρχές:
α) Η φιλοσοφική-οντολογική του αρχή υιοθετεί τον πυρήνα του πρωτογενούς Φυσικού Δικαίου σύμφωνα με τον οποίο το κύριο χαρακτηριστικό του ατόμου είναι ο εγωισμός και ο ανταγωνισμός, σε μια κατάσταση όπου κυριαρχεί η «φυσική ανισότητα».
Σ’ αυτή την περίπτωση ο νόμος διαμορφώνει ένα πλαίσιο περιστολής των χαρακτηριστικών αυτών ώστε να μπορούν να διαμορφωθούν συνθήκες μη σύγκρουσης των ατόμων (εξωτερικός χαρακτήρας του δικαίου και της έννοιας της ελευθερίας).
β) «Δεν υπάρχει κοινωνία, υπάρχουν άτομα» (Μ. Θάτσερ). Η θεώρηση αυτή αποτελεί τη βασική μεθοδολογική αρχή για την ανάλυση και γνώση των οικονομικών και κοινωνικών φαινομένων.
Βασική μονάδα ανάλυσης ο ατομικώς δρων, ο οποίος επιλέγει στόχους και χρησιμοποιεί τα κατάλληλα μέσα για να τους επιτύχει (βεμπεριανή μεθοδολογική αρχή). Με βάση αυτή την αρχή συγκροτούνται οι κοινωνικές σχέσεις και διαμορφώνονται οι θεσμοί.
Η ιστορική εξέλιξη που συντελέσθηκε με βάση αυτές τις αρχές οδήγησε στη σύγχρονη κοινωνία, την αποκληθείσα από τον F.A. Hayek «αυθόρμητη τάξη», που πορεύεται με βάση την αξιολογική ιεραρχία της κοινωνίας και τις αξίες της «κοινωνικής φυσικότητας» (τελεολογική αρχή).
Στην περίπτωση όπου γίνεται επίκληση των όρων της ισότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης διαταράσσεται η ισορροπία της «αυθόρμητης τάξης» από την απόπειρα εισαγωγής αυθαίρετων, εξωγενών κριτηρίων.
Επιπρόσθετα, όταν τα αιτήματα αυτά διατυπώνονται και διεκδικούνται από συλλογικά κοινωνικά υποκείμενα, τότε θεωρούνται ως μη ορθολογικά. Τον ορθολογικό χαρακτήρα του πράττειν τον διεκδικεί μόνο ο ατομικώς δρων που εντάσσεται στο λειτουργικό/θεσμικό πλαίσιο της «αυθόρμητης τάξης».
***
Οι συνέπειες των θεμελιωδών αυτών παραδοχών είναι άμεσες τόσο στο κοινωνικο-θεσμικό όσο και στο ιδεολογικο-πολιτικό πεδίο:
1. Διαλύεται το σχεσιακό πλέγμα μεταξύ πολιτικής-οικονομίας και κοινωνίας και η οικονομική δομή αυτονομείται και αποδεσμεύεται τόσο από τις ρυθμιστικές παρεμβάσεις της πολιτικής εξουσίας όσο και από τις ανάγκες της κοινωνικής αναπαραγωγής.
Η οικονομία μπορεί να αυτοσυντονίζεται από εσωτερικούς μηχανισμούς με προέχοντα αυτόν του ελεύθερου ανταγωνισμού. Η πολιτική εξουσία θα πρέπει να διευκολύνει αυτή την αυτόνομη λειτουργία χωρίς να παρεμβαίνει στις επιλογές και στις δράσεις της οικονομικής δομής.
2. Οι θεσμοί του κοινωνικού κράτους (Υγεία, Παιδεία, ασφάλιση, περίθαλψη) χάνουν τον δημόσιο και καθολικό χαρακτήρα τους και εντάσσονται στο υπολειμματικό πρότυπο Πρόνοιας όπου κυριαρχεί η επιλεκτική πολιτική παρέμβαση και η ιδιωτική φιλανθρωπία.
Τα αντιθετικά ζεύγη αγαθό-εμπόρευμα, ατομικό-συλλογικό, δικαίωμα-επιλογή, ανταλλακτική αξία-αξία χρήσης «επιλύονται» με βάση τις αρχές του οικονομικού ανταγωνισμού και της ατομικότητας.
Τα συλλογικά κοινωνικο-πολιτικά υποκείμενα υποβαθμίζονται (συνδικάτα, φορείς αντιπροσώπευσης, συλλογικότητες, κοινοτικά σχήματα) και το ατομικό-ιδιωτικό πρόταγμα κυριαρχεί στη σχέση κεφαλαίου-εργασίας (ατομικές συμβάσεις, αίολα εργασιακά δικαιώματα), περιστέλλοντας ή και ακυρώνοντας βασικά εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα.
Συμπερασματικά, ο νεοφιλελευθερισμός δεν αποτελεί απλώς ένα αυστηρό οικονομικό πρόγραμμα. Συγκροτεί ένα ολιστικού χαρακτήρα «σχήμα», ένα παράδειγμα που, πέραν της οικονομικής βάσης, διαμορφώνει τους κοινωνικούς θεσμούς, μετατρέπει την εκτελεστική εξουσία σε υπάλληλο-διαχειριστή και χρησιμοποιεί τους δημοκρατικούς θεσμούς ως εργαλεία εξυπηρέτησης των οικονομικών συμφερόντων.
Το νεοφιλελεύθερο «κοσμοείδωλο» διεκδικεί ταυτόχρονα ηγεμονική θέση στο πεδίο της κουλτούρας: Νοήματα, ερμηνείες και αντιλήψεις που κυριαρχούν στο πεδίο του απηνούς ανταγωνισμού της αγοράς (ανταγωνισμός, ατομικισμός, παραγωγισμός, μετατροπή του συνόλου των αξιών σε εμπορευματικές αξίες) επιβάλλονται ως κυρίαρχες στο πεδίο των κοινωνικών σχέσεων, αλλά και στον πυρήνα του ιδεολογικο-πολιτικού εποικοδομήματος.
Η πραγματικότητα, η κοινωνία, τα νοήματα, οι ερμηνείες, ο ίδιος ο τρόπος σκέψης, θα πρέπει να ενταχθούν στο νεοφιλελεύθερο κοσμοείδωλο και να διατυπωθούν με το δικό του λεκτικό και νοηματικό «λεξιλόγιο».
Β) Το εγχώριο νεοφιλελεύθερο καθεστώς
Ο εγχώριος αυταρχικός νεοφιλελευθερισμός που εκφράζεται από τη σημερινή κυβερνητική εξουσία ιδιοποιείται, αποσπασματικά, ιδεολογικο-πολιτικά στοιχεία του κλασικού νεοφιλελεύθερου προτύπου, ακυρώνοντας ταυτόχρονα βασικές του αρχές.
α) Βασική επιλογή του κυβερνητικού καθεστώτος είναι η πλήρης επικράτηση του ιδιωτικού έναντι του δημοσίου. Οι ιδιωτικοποιήσεις δημόσιων υποδομών, ενεργειακών δικτύων, δημόσιας περιουσίας, κρατικών θεσμών και μηχανισμών συνοδεύονται από την υπονόμευση των θεσμών του κοινωνικού κράτους και τη διείσδυση ιδιωτικών-επιχειρηματικών συμφερόντων.
β) Η πλήρως ανταγωνιστική αγορά και οι μηχανισμοί αυτορρύθμισής της (στρατηγικός άξονας της κυβερνητικής πολιτικής) αποδείχθηκε μύθος: Σήμερα στην αγορά, σε κρίσιμους τομείς της οικονομικής παραγωγικής δομής κυριαρχούν ολιγαρχικές ομάδες συμφερόντων (χρηματοπιστωτικό σύστημα, ενέργεια, δημόσια έργα, αλυσίδες σούπερ-μάρκετ, ιδιωτικές επιχειρήσεις στον χώρο της Υγείας, Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης κ.λπ.).
Οι μηχανισμοί άντλησης πλούτου από τους δημόσιους-κοινωνικούς πόρους καθώς και οι διευρυνόμενες κοινωνικές ανισότητες οδηγούν σε ένα καταστροφικό αδιέξοδο.
γ) Το κλασικό φιλελεύθερο πρότυπο (ελευθερία, ατομικότητα, πολιτικός και κοινωνικός πλουραλισμός) έδωσε τη θέση του σε ένα αυταρχικό καθεστώς που υποβάθμισε και ευτέλισε το Κοινοβούλιο, τους δημοκρατικούς θεσμούς, υπερέβη τα συνταγματικά όρια (παρακολουθήσεις) και διαμόρφωσε ένα καθεστώς γενικευμένης καταστολής τόσο σε κοινωνικό όσο και σε ιδεολογικό πολιτικό επίπεδο.
Η επιβολή ενός οιονεί κράτους-ανάγκης επιδιώκει να επιβάλει μια γενικευμένη «κουλτούρα υποταγής», ώστε οι πολίτες να αποδεχθούν τον εξωτερικό αυτό καταναγκασμό ως αναγκαίο όρο για την κατοχύρωση της ελευθερίας και της ασφάλειάς τους.
δ) Ταυτόχρονα υπονομεύθηκε καίρια η αρχή της ατομικότητας: Το ελεύθερο αυτοσυντονιζόμενο άτομο που κατέχει την ελευθερία του (οικονομικού) πράττειν και το δικαίωμα της ιδιοκτησίας.
Το καθεστώς των παρακολουθήσεων πλήττει καίρια την αρχή της ιδιωτικότητας του ατόμου, την αξιοπρέπειά του, την προστασία του ιδιωτικού βίου των πολιτών. Όσο για την αρχή της ιδιοκτησίας, η κυβέρνηση, οι τραπεζίτες και τα funds φρόντισαν να την καταργήσουν με τις μαζικές κατασχέσεις κατοικιών και περιουσιών, έχοντας ταυτόχρονα υπερχρεώσει εκατομμύρια νοικοκυριά.
Το σημερινό κυβερνητικό καθεστώς μετασχηματίζεται σε έναν μηχανισμό ιδεολογικο-πολιτικών συμφερόντων, ο οποίος έρχεται σε ρήξη με το ίδιο το κλασικό φιλελεύθερο-συντηρητικό μοντέλο της μεταπολιτευτικής Δεξιάς στη χώρα μας.
Το καθεστώς των συμφερόντων αυτών, οι πολιτικές του πρακτικές και οι «αξίες» του έρχονται σε ευθεία σύγκρουση με τα ουσιώδη περιεχόμενα της δημοκρατικής αρχής και της ίδιας της λαϊκής κυριαρχίας. Αποτελούν ασύμβατα -και πλήρως αντινομικά- μεγέθη.
Όπως επισημαίνει άλλωστε ο F.A. Hayek: «Η δημοκρατία δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά μέσον, ένα “ωφελιμιστικό στρατήγημα” που οφείλει να συντελεί στη διασφάλιση του ύψιστου πολιτικού στόχου: της (οικονομικής) ελευθερίας» («The Road to Serfdom», Routledge and Kegan Paul, London 1976).
Γ) Το πρόταγμα της δικαιοσύνης
Η ιστορική σύγκρουση του νεοφιλελεύθερου-αυταρχικού προτύπου με το αριστερό-προοδευτικό κοσμοείδωλο αποτελεί μια καθολικού χαρακτήρα ρήξη που εκκινεί από την οικονομική-παραγωγική βάση, διαπερνά το κοινωνικό-θεσμικό επίπεδο και καταλήγει στο πολιτικό-ιδεολογικό και φιλοσοφικό εποικοδόμημα.
Αυτό το εμφανές ρήγμα της σύγκρουσης αναδεικνύεται και διαπερνάται από το πρόταγμα της δικαιοσύνης, που από τη μια πλευρά αποκαλύπτει την έκταση και το βάθος των καταστροφικών επιπτώσεων του νεοφιλελεύθερου προτύπου, (όπως αυτό εφαρμόζεται από το κυβερνητικό καθεστώς), ενώ παράλληλα επικαθορίζει τις θεμελιώδεις επιλογές του αριστερού-προοδευτικού κοσμοείδωλου.
Η δικαιοσύνη δεν αποτελεί μια αφηρημένη ηθική κατηγορία. Αντίθετα αποκτά υλική υπόσταση με την εφαρμογή των αρχών και των αξιών της στο οικοδόμημα του Κράτους Δικαίου, των θεσμών του κοινωνικού κράτους, στην ουσιαστική απόδοση των ατομικών, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων.
Η δικαιοσύνη ως πρακτική ιδέα έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με τους μηχανισμούς της ασύδοτης κερδοσκοπίας και της παραγωγής ανισοτήτων. Η υλοποίηση του προτάγματος της δικαιοσύνης επιβάλλει επιπρόσθετα τη δίκαιη ανάπτυξη, τη δίκαιη κατανομή τόσο των βαρών όσο και του παραγόμενου πλούτου σε μια κοινωνία όπου η συμμετοχή και η συλλογική δράση των πολιτών καθορίζει τις αποφάσεις.
Η ιδέα της δικαιοσύνης, τέλος, διαλεκτικοποιεί και σχετικοποιεί την παραδοσιακά εμφανιζόμενη αντίθεση μεταξύ ελευθερίας και ισότητας, η οποία στο νεοφιλελεύθερο πρότυπο παραμένει αγεφύρωτη.
Το νεοφιλελεύθερο επιχείρημα θεωρεί ως ελευθερία την απουσία καταναγκασμού από τους άλλους, προτάσσοντας ως απόλυτη αρχή το ελεύθερο (οικονομικό) πράττειν.
Το ουσιώδες περιεχόμενο της δικαιοσύνης, αντίθετα, θεωρεί τον νόμο και τους δημοκρατικούς θεσμούς ως πεδία κυριαρχίας αξιών και αρχών που προσδίδουν στην ελευθερία του ατόμου το ουσιώδες περιεχόμενό της.
Από την άλλη πλευρά, η αρχή της ισότητας, η οποία στο νεοφιλελεύθερο πρότυπο περιορίζεται στην τυπική, νομικού χαρακτήρα ισότητα, αποκτά το ουσιώδες της περιεχόμενο στην έννοια της ισοτιμίας, δηλαδή της αντιμετώπισης των ατόμων ως όντων, ως υπάρξεων ίσης μεταξύ τους αξίας.
Ουδέποτε μέχρι σήμερα τις τελευταίες δεκαετίες η ελληνική κοινωνία οδηγήθηκε σε τόσο ακραία ταξική, κοινωνική και ιδεολογική σύγκρουση με το καθεστώς των οικονομικο-πολιτικών συμφερόντων. Η δικαιοσύνη και η δημοκρατική αρχή μπορούν και πρέπει να αποτελέσουν τα πιο πολύτιμα εφόδια για αυτή την κρίσιμη ιστορική αναμέτρηση.
Πηγή:Μενέλαος Γκίβαλος Avgi.gr
Ετικέτες: Μενέλαος Γκίβαλος, Νεοφιλελευθερισμός
Comments powered by CComment